ΕΙΡΗΝΗ ΚΑΝΑ
- bio - cvΓεννήθηκε στα Χανιά και σπούδασε ζωγραφική με τον Π.Τέτση στην ΑΣΚΤ απ΄όπου απεφοίτησε με αριστα το1990.
Εχει πραγματοποιήσει 23 ατομικές εκθέσεις σε Ελλάδα, Γερμανία, Κύπρο και περισσότερες από 200 ομαδικές, σε Ελλάδα, Κύπρο, Γερμανία, Βέλγιο, Ιταλία, Αυστραλία και Κίνα.
Διακρίθηκε στους πανελλήνιους διαγωνισμούς, του Εικαστικού Επιμελητηρίου το 1998, της BOSCH 1993, και έλαβε το Βραβείο των Δεκα 2006, Γραμμάτων και Τεχνών . Ο Δήμος Αθηναίων της διοργάνωσε τιμητική έκθεση το 2003 στο Μελίνα (Πιλοποιείο).
Έργα της υπάρχουν στο Υπουργείο Πολιτισμού, στη Βουλή των Ελλήνων, στο Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, στο Μουσείο Γουλανδρή στην Ανδρο, στο Πανεπιστήμιο Λευκωσίας, στη Δημοτική Πινακοθήκη Χανίων, στην Πινακοθήκη Σύγχρονης Τέχνης Χ. και Σ. Μοσχανδρέου στο Μεσολόγγι, στο Ιδρυμα Θρακικής Τέχνης, στο Μουσείο Υδρας, στην Εθνική Τράπεζα και στην Eurobank, στον ΟΠΑΠ, στην ΑΓΕΤ Ηρακλής, στην Interamerican και άλλες ιδιωτικές συλλογές στην Ελλάδα και το εξωτερικό.
Το δράμα έχει πολλά πρόσωπα. Το δράμα κρύβεται στις πτυχές του φωτός για να μην αποκαλύψει τα μυστικά του. Το δράμα ισορροπεί, με όρους ζωγραφικής, ανάμεσα στην αφήγηση και τη σιωπή, την αναπαράσταση και την αφαίρεση.Το δράμα είναι δράση συν μελαγχολία: Η ζωγραφική της Ειρήνης Κανά δηλαδή. Μιά ζωγραφική που μοιράζεται σε δύο πατρίδες, σε δύο λιμάνια, σε βορρά και νότο, σε νύχτες και μεσημέρια, σε τοπία και φιγούρες, σε πρόσωπα και ταξίδια, σε γραφές τρυφερές και σκληρές, σε φωτεινά και μελαγχολικά βλέμματα. Το βλέμμα της ζωγράφου, η ματιά του θεατή.
Τι ζωγραφίζει κατά βάθος η Ειρήνη Κανά όταν πυρπολεί τους καμβάδες της με τέρες και όμπρες, με βερμιγιόν και όχρες, με θερμά πορτοκαλιά χρώματα και μπλε βιολέ, βαθιές συμφωνίες; Ζωγραφίζει κατά τη γνώμη μου τη μνήμη που χάνεται, τις ηδονικές, υγρές στιγμές που πέρασαν, τις ιδανικές εικόνες μιάς εφηβικής ονειροφαντασίας.
Φιλοδοξία της ζωγράφου είναι να καταστήσει εικόνα κάθε μορφή έρωτα. Έρωτα για τη ζωή, για τους ανθρώπους, για τα πράγματα. Ισως, γι αυτό οι πίνακές της είναι τόσο αισθησιακοί, τόσο χυμώδεις με τις ανάγλυφες, παστόζικες πινελιές τους.
Δεν υπάρχει εδώ όμως μιά αντίφαση από τη στιγμή που μιλάω ταυτοχρόνως για δράμα ή μελαγχολία παράλληλα με τη χαρά της ζωής της, joie de vivre, και την έκρηξη των χρωμάτων; Νομίζω, όχι. Εφ’ όσον η τέχνη γενικά είναι η μελαγχολική ασπίδα μας απέναντι στη βαρβαρότητα της ζωής. Εφ’ όσον είναι ο τρόπος μας να κοιτάμε την καθημερινότητα. Ή, είναι ο τρόπος της Ειρήνης Κανά ακόμα κι όταν οι ποδηλάτες της ή τα ιστιοφόρα, ξεκινάνε από ένα λιμάνι του Αιγαίου για να φτάσουν στον ουρανό…
Από τη μιά ο χρόνος που έγινε μνήμη και από την άλλη ο χρόνος που αποκτά μορφή μέσα από μιά εικαστική καταγραφή. Όποιος δεν ατενίζει τον καθηλωμένο χρόνο στις συνθέσεις της Ειρήνης, μάλλον πρέπει να κοιτάξει προσεκτικότερα. Τότε και τα, όποια, κύματα της μελαγχολίας θα μεταμορφωθούν στα μάτια του σε συγκατάβαση, σε βαθύτερη ηρεμία. Θα γίνουν φως εκ φωτός…
Υ.Γ. Μιλώντας τυπικά για ζωγραφική, ο μελετητής των έργων της Ειρήνης Κανά, οφείλει να υπογραμμίσει τις συνηχήσεις του Νικολάου Λύτρα και του Παναγιώτη Τέτση στις συνθέσεις της ή το χρώμα των φωβ και ιδιαίτερα του Kees van Dongen στα παιδικά της πορτραίτα. Περισσότερο όμως από δάνεια, αγάπες ή αναφορές, αυτό που κυριαρχεί σ ‘ αυτές είναι το εντελώς προσωπικό ύφος που έχει κατακτήσει η ίδια. Με πολλή δουλειά. Με πολλή αυτοσυγκέντρωση. Με το πείσμα, εν τέλει, κάποιου που θέλει να φέρει στο φως μια μισοβυθισμένη πολιτεία…